Η δυσανάγνωστη ηλεκτρονική μου διεύθυνση οφείλει την ονομασία της στο βιβλίο του Νορμπέρτο Μπόμπιο «Δεξιά & Αριστερά». Εκεί ο Ιταλός διανοούμενος της Αριστεράς και καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας καταδεικνύει ότι η διάκριση Δεξιάς και Αριστεράς όχι μόνο εξακολουθεί να έχει νόημα, αλλά αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την κριτική κατανόηση των σύγχρονων κοινωνικοπολιτικών διακυβευμάτων. Εφόσον η κοινωνία προσλαμβάνεται ως καταστατικά άνιση, η αντιπαράθεση Δεξιάς και Αριστεράς εξακολουθεί να συνοψίζει τις αντίπαλες αντιλήψεις για την ισότητα, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη.
Αντιγράφω από την εισαγωγή του καθηγητή Κωνσταντίνου Τσουκαλά στο παραπάνω βιβλίο. «Η αποφασιστικότερη και προφανέστερη μεταβολή του αξιακού ορίζοντα της μεταπολεμικής κοινωνίας αφορά στην ασυγκράτητη εισβολή του παράγοντα της οικονομικής ανάπτυξης. Ο διάχυτος διεθνής ανταγωνισμός των δεικτών, των αριθμών και των επιδόσεων απηχούν την ευρύτερη αναπτυξιακή συναίνεση που μας περιβάλλει από όλες τις μεριές. Η σχετική ευημερία όχι μόνο δε σίγασε την αναπτυξιακή και καταναλωτική δίψα αλλά την εγκατέστησε στο επίκεντρο του τρέχοντος κοινωνικού και πολιτικού φαντασιακού. Όλα συμβαίνουν σαν να υπάρχουμε, να σχεδιάζουμε, να αξιολογούμε και να ζούμε αποκλειστικά και μόνο προς χάρην της ανάπτυξης. Ο μείζων ιδεολογικός αποπροσανατολισμός της Αριστεράς έγκειται στο γεγονός ότι το διακύβευμα της ανάπτυξης στοιχειοθετείται με βάση την παραδοχή ότι, από ένα σημείο και πέρα, ο ανακατανεμητικός κρατικός παρεμβατισμός λειτουργεί ανασχετικά ως προς την επίτευξη υψηλών ρυθμών αύξησης της παραγωγής και της παραγωγικότητας ενώ ταυτόχρονα υποσκάπτει τη διεθνή ανταγωνιστική θέση της χώρας. Έτσι η έννοια της προόδου έχει καταλήξει να είναι περίπου συνώνυμη με τη μετρήσιμη οικονομική διόγκωση. Όταν λοιπόν το μέτωπο της ανισότητας αντιμετωπίζεται ως επικουρικό σε σχέση με την οικουμενική αξία της οικονομικής ανάπτυξης το κοινωνικοπολιτικό διακύβευμα γίνεται ολοένα και αχνότερο».
Στο σημείο αυτό κρίνω απαραίτητο να ανοίξω μια παρένθεση σχετικά με την έννοια της ισότητας, η οποία σε καμμία περίπτωση δεν θα πρέπει να συγχέεται με τον εξισωτισμό, δηλαδή της ισότητας «όλων σε όλα». Οι φυσικές ανισότητες μεταξύ των ανθρώπων είναι υπαρκτές και αδύνατο να εξαλειφθούν στο μεγαλύτερο μέρος τους. Οι κοινωνικές ανισότητες είναι επίσης υπαρκτές και πολλές από αυτές είναι δυνατόν να αμβλυνθούν, να αποθαρυνθούν, ή ακόμα και να εξαλειφθούν. Ο οπαδός της ισότητας ξεκινά από την πεποίθηση ότι το μεγαλύτερο μέρος των ανισοτήτων είναι κοινωνικές και θα πρέπει να εξαλειφθούν προς χάρην της κοινωνικής συναίνεσης. Αντίστοιχα ο οπαδός της ανισότητας ξεκινά από την πεποίθηση ότι οι ανισότητες είναι φυσικές, επομένως μη εξαλείψιμες, και επιθυμητές στο βαθμό που προάγουν την οικονομική ανάπτυξη. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι κάθε διεύρυνση της δημόσιας σφαίρας για λόγους άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων περιορίζει την ελευθερία επιλογής στην ιδιωτική σφαίρα. Όμως η ιδιωτική ελευθερία των πλουσίων είναι εξαιρετικά πιο ευρεία από την ιδιωτική ελευθερία των φτωχών. Ο πλούσιος χάνει μια ελευθερία την οποία απολαμβάνει, ενώ ο φτωχός μια δυνητική ελευθερία.
Καταλήγω. Αντί η ισότητα να προάγεται μόνο στο μέτρο που είναι συμβατή με την ανάπτυξη θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η τελευταία θα πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με την αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη και τελικά την προάσπιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Αυτό το τελευταίο δεν ήταν άλλωστε το βασικό ηθικό αίτημα της νεωτερικής εποχής;
ΥΓ. Καθώς το «φάντασμα» της έλλογης και δίκαιης σύνθεσης της ελευθερίας και της ισότητας εξακολουθεί να μας στοιχειώνει, και για να μη θεωρηθεί ότι το ζήτημα της ισότητας μονοπωλείται από την Αριστερή ιδεολογία, επιφυλλάσομαι να μιλήσω σε επόμενο post για τη Φιλελεύθερη οπτική πάνω στο ίδιο ζήτημα.
Αντιγράφω από την εισαγωγή του καθηγητή Κωνσταντίνου Τσουκαλά στο παραπάνω βιβλίο. «Η αποφασιστικότερη και προφανέστερη μεταβολή του αξιακού ορίζοντα της μεταπολεμικής κοινωνίας αφορά στην ασυγκράτητη εισβολή του παράγοντα της οικονομικής ανάπτυξης. Ο διάχυτος διεθνής ανταγωνισμός των δεικτών, των αριθμών και των επιδόσεων απηχούν την ευρύτερη αναπτυξιακή συναίνεση που μας περιβάλλει από όλες τις μεριές. Η σχετική ευημερία όχι μόνο δε σίγασε την αναπτυξιακή και καταναλωτική δίψα αλλά την εγκατέστησε στο επίκεντρο του τρέχοντος κοινωνικού και πολιτικού φαντασιακού. Όλα συμβαίνουν σαν να υπάρχουμε, να σχεδιάζουμε, να αξιολογούμε και να ζούμε αποκλειστικά και μόνο προς χάρην της ανάπτυξης. Ο μείζων ιδεολογικός αποπροσανατολισμός της Αριστεράς έγκειται στο γεγονός ότι το διακύβευμα της ανάπτυξης στοιχειοθετείται με βάση την παραδοχή ότι, από ένα σημείο και πέρα, ο ανακατανεμητικός κρατικός παρεμβατισμός λειτουργεί ανασχετικά ως προς την επίτευξη υψηλών ρυθμών αύξησης της παραγωγής και της παραγωγικότητας ενώ ταυτόχρονα υποσκάπτει τη διεθνή ανταγωνιστική θέση της χώρας. Έτσι η έννοια της προόδου έχει καταλήξει να είναι περίπου συνώνυμη με τη μετρήσιμη οικονομική διόγκωση. Όταν λοιπόν το μέτωπο της ανισότητας αντιμετωπίζεται ως επικουρικό σε σχέση με την οικουμενική αξία της οικονομικής ανάπτυξης το κοινωνικοπολιτικό διακύβευμα γίνεται ολοένα και αχνότερο».
Στο σημείο αυτό κρίνω απαραίτητο να ανοίξω μια παρένθεση σχετικά με την έννοια της ισότητας, η οποία σε καμμία περίπτωση δεν θα πρέπει να συγχέεται με τον εξισωτισμό, δηλαδή της ισότητας «όλων σε όλα». Οι φυσικές ανισότητες μεταξύ των ανθρώπων είναι υπαρκτές και αδύνατο να εξαλειφθούν στο μεγαλύτερο μέρος τους. Οι κοινωνικές ανισότητες είναι επίσης υπαρκτές και πολλές από αυτές είναι δυνατόν να αμβλυνθούν, να αποθαρυνθούν, ή ακόμα και να εξαλειφθούν. Ο οπαδός της ισότητας ξεκινά από την πεποίθηση ότι το μεγαλύτερο μέρος των ανισοτήτων είναι κοινωνικές και θα πρέπει να εξαλειφθούν προς χάρην της κοινωνικής συναίνεσης. Αντίστοιχα ο οπαδός της ανισότητας ξεκινά από την πεποίθηση ότι οι ανισότητες είναι φυσικές, επομένως μη εξαλείψιμες, και επιθυμητές στο βαθμό που προάγουν την οικονομική ανάπτυξη. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι κάθε διεύρυνση της δημόσιας σφαίρας για λόγους άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων περιορίζει την ελευθερία επιλογής στην ιδιωτική σφαίρα. Όμως η ιδιωτική ελευθερία των πλουσίων είναι εξαιρετικά πιο ευρεία από την ιδιωτική ελευθερία των φτωχών. Ο πλούσιος χάνει μια ελευθερία την οποία απολαμβάνει, ενώ ο φτωχός μια δυνητική ελευθερία.
Καταλήγω. Αντί η ισότητα να προάγεται μόνο στο μέτρο που είναι συμβατή με την ανάπτυξη θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η τελευταία θα πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με την αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη και τελικά την προάσπιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Αυτό το τελευταίο δεν ήταν άλλωστε το βασικό ηθικό αίτημα της νεωτερικής εποχής;
ΥΓ. Καθώς το «φάντασμα» της έλλογης και δίκαιης σύνθεσης της ελευθερίας και της ισότητας εξακολουθεί να μας στοιχειώνει, και για να μη θεωρηθεί ότι το ζήτημα της ισότητας μονοπωλείται από την Αριστερή ιδεολογία, επιφυλλάσομαι να μιλήσω σε επόμενο post για τη Φιλελεύθερη οπτική πάνω στο ίδιο ζήτημα.
4 σχόλια:
Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια ήταν το βασικό ηθικό αίτημα της νεωτερικής εποχής...
Κάποιοι αυτό δεν το γνωρίζουν καν...
Έίναι στη διακριτική μας ευχέρεια να θυμίσουμε, να καταδείξουμε παραγνωρισμένες έννοιες, σε πρώτη φάση και στη συνέχεια να διεκδικήσουμε το παρόν και το μέλλον μας...
Είμαι πεπεισμένη ότι ο τρόπος ζωής καθενός είναι βαθειά πολιτικός και καθορίζει την πολιτική του ταυτότητα και όχι την κομματική.
Ετσι εξηγώ και το λόγο που δεν έχω φίλους από συγκεκριμένο πολτικό χώρο, μια χαρά ανθρωποι είναι αλλά η στάση ζωής μας διαφέρει σε σημαντικά θέματα.
Έστω και ετεροχρονισμένα Aurora μας, θα έλεγα ότι οι παρωπίδες δεν αφορούν αποκλειστικά σε ανθρώπους με κομματική ταυτότητα...
Δημοσίευση σχολίου