Τετάρτη, Φεβρουαρίου 27, 2008

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ (ΘΑ ΧΥΘΕΙ ΑΙΜΑ)


Είδα την ταινία «Θα χυθεί αίμα» σε σκηνοθεσία Paul Thomas Anderson με τους Daniel Day Lewis, Paul Dano στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Η ιστορία της οικονομικής ανόδου και της ηθικής έκπτωσης, σε αντίστροφη αναλογία, ενός χρυσοθήρα που στις αρχές του 20 αι. ανακαλύπτει, κάπου στην Αμερικανική ενδοχώρα, πετρέλαιο.
Το σενάριο που βασίζεται στο βιβλίο του Αμερικανού Upton Sinclair «Oil» και φέρει την υπογραφή του ίδιου του νεαρού, τριανταοκτάχρονου, σκηνοθέτη συνιστά μια κριτική ματιά πάνω στη «σκοτεινή» πλευρά του καπιταλιστικού συστήματος με φόντο τη Δεύτερη Βιομηχανική επανάσταση. Τι μας λέει εν ολίγοις το σενάριο; Το καπιταλιστικό σύστημα κεφαλαιακής συγκέντρωσης είναι ενάντια στον άνθρωπο όχι φυσικά επειδή ο τελευταίος είναι προορισμένος από τη φύση του, στη βάση ενός Θεϊκού σχεδίου, για το «καλό», το αντίθετο μάλλον, αλλά επειδή ο «Άλλος» θέτει εμπόδια στον αντικειμενικό στόχο του συστήματος που συνίσταται στον αέναο προσπορισμό οικονομικών κερδών. Αυτά υπερβαίνονται μέσα από την ενσωμάτωσή τους, εφόσον μιλάμε για ανθρώπους, στο υφιστάμενο σύστημα οικονομικής οργάνωσης της εξουσίας ενώ για όσους κατοικούν στο ρετιρέ του επιφυλάσσεται η συγκατοίκηση με την παραφροσύνη της απουσίας ορίων. Καλλιεργείται επομένως ένα Ναρκισιστικό ψευτοείδωλο Υπερανθρώπου το οποίο στέκεται υπεράνω του Νόμου και αντλεί το κύρος του από τη διαιώνιση των σχέσεων κυρίαρχου – κυριαρχούμενου. Ένα κοσμοείδωλο που προκρίνει ως μείζον εφόδιο «ευτυχίας» την ικανότητα αγοράς υλικών αγαθών και εξαγοράς συνειδήσεων. Γι’ αυτό ο «Πετρελαιάς», ανίκανος να αναγνωρίσει οποιαδήποτε συναισθηματική δέσμευση, ανίκανος να αποδεχτεί οποιαδήποτε σχέση πέρα από αυτή της εκμετάλλευσης πάνω στην οποία έχει οργανώσει την επαγγελματική του καταξίωση καταστρέφει, στο αποκορύφωμα της μισάνθρωπης έξαρσής του, τη σχέση του με το γιό του. Μισάνθρωπο λοιπόν το σύστημα που «εγγυάται» την απελευθέρωση του ανθρώπου από τη βάσανο της αναγκαιότητας; Ή μήπως ένα σύστημα που απλά αναδεικνύει τις περισσότερο πρωτόγονες πλευρές του ανθρώπινου ψυχισμού;
Τέτοιου είδους ερωτήματα είναι φυσικό να παραμένουν «ανοιχτά», πόσο μάλλον στο επίπεδο μιας ταινίας. Έτσι όποιος πηγαίνει προετοιμασμένος για μια «τυπική» ιστορία με προφανές «κλείσιμο» και επιμύθιο είναι σίγουρο πως θα απογοητευθεί. Η αισθητική αποτύπωση του φιλμικού χωροχρόνου επίσης δε βοηθάει, καθώς εδώ βρίσκει εφαρμογή, σε αντίθεση προς το κυρίαρχο Αμερικανικό ρεύμα κινηματογραφικής έκφρασης, το «less is more». Αυτό σημαίνει ότι η «λαμπερή» κινηματογράφηση, δηλαδή τα «εντυπωσιακά» σκηνικά και εφέ οι τεχνητοί φωτισμοί και το πλήθος των κομπάρσων, δίνουν τη θέση τους σε μια λιτή ιστορία χαρακτήρων που διαδραματίζεται, κατά κύριο λόγο, σε φυσικούς χώρους. Το κενό αναλαμβάνει να «γεμίσει» ο Daniel Day Lewis με τη μαξιμαλιστική ερμηνεία του, κατέκτησε ήδη το Oscar Α’ ανδρικού ρόλου, συνεπικουρούμενος από τον Paul Dano. Ιδιαίτερης αναφοράς χρήζει και η εξαιρετική μουσική επένδυση που φέρει την υπογραφή του Johnny Greenwood.
Συνοψίζοντας, δεν θα μιλήσω για την καλύτερη ταινία της χρονιάς αλλά για μια «ιδιαίτερη» παραγωγή που θέτει ερωτήματα πάνω στην ηθική του κερδοφόρου επιχειρείν, στην οικογένεια και τη θρησκεία με φόντο την πρώϊμη φάση του ύστερου καπιταλισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μια ταινία ικανή να ανταπεξέλθει σε μια «αναμέτρηση» με το χρόνο.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 19, 2008

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ


«Η ελληνική ιδιαιτερότητα δεν είναι η αρμονία και το μέτρο, ούτε η εμφάνιση της αλήθειας ως «αποκάλυψης». Η θεμελιώδης ελληνική εμπειρία είναι η ανακάλυψη όχι του όντος και του νοήματος που αυτό προσδίδει στον κόσμο, αλλά του οριστικού και αθεράπευτου «μη νοήματος». Αξεχώριστες κατά τη γέννησή τους δημοκρατία και φιλοσοφία είναι επίσης αναπόσπαστες και στο επίπεδο της σημασίας. Και στις δυο περιπτώσεις τίθεται υπό αμφισβήτηση η κυριαρχία του κληρονομημένου θεσμού δηλαδή θεοί και παραστάσεις της φυλής ή νόμος που απλώς συμβαίνει να υπάρχει. Και στις δυο περιπτώσεις εγκαθιδρύεται μια νέα σχέση του ανθρώπου με την αλήθεια -άνοιγμα ενός δημόσιου χώρου συζήτησης, δημιουργία ατόμου που ανάγει τη σκέψη του σε μέτρο- καθώς και μια νέα σχέση με το νόμο –θέσμιση του νόμου ύστερα από διαβούλευση και συναπόφαση. Και στις δυο περιπτώσεις εγκαινιάζεται μια απεριόριστη κίνηση προς αναζήτηση της αλήθειας. Και στις δυο περιπτώσεις η ανθρώπινη δραστηριότητα αναγνωρίζει ρητά ότι δεν είναι δυνατόν να προσφύγει σε εξωτερική αρχή.
Αυτό λοιπόν που δημιουργεί η αρχαία Ελλάδα είναι η αμετάκλητη απόφαση να πράξουμε, να σκεφτούμε, να μιλήσουμε σε έναν κόσμο όπου τίποτα δεν εγγυάται, εκ προοιμίου, την αξία του πράττειν, την αλήθεια του σκέπτεσθαι και του λέγειν. Ο «ορθός Λόγος» μεταμορφώνει την αρχαιοελληνική πόλη από απλό περιτείχισμα και οχυρωμένο καταφύγιο σε πολιτική κοινότητα με όχημα το διαρκή έλεγχο και την κριτική της εξουσίας από το Λαό. Αυτή η πολιτική δραστηριότητα αυτοθέσμισης είναι συγχρόνως και στοχασμός πάνω στο ζήτημα του νόμου. Ο νόμος είναι ανθρώπινο έργο μέσω του οποίου ο άνθρωπος εξανθρωπίζεται δίνοντας στον εαυτό του το όριο του νόμου, από τη στιγμή που δε γνωρίζει, από τη φύση του, κανένα εσωτερικό ή φυσικό φραγμό. Δεν είναι δυνατό να υπάρξει «Πόλις» χωρίς τη δημιουργία δημόσιου χώρου αμοιβαίου προβληματισμού και ελέγχου και ένας τέτοιος χώρος είναι ήδη εκ των πραγμάτων λόγος. Αυτός ο δημόσιος χώρος υφίσταται στο βαθμό που αναπτύσσεται ζωτικό ενδιαφέρον, από την πλευρά των πολιτών, για τα δημόσια πράγματα - για τα «κοινά» σε αντίθεση με τα «ίδια» – ενδιαφέρον το οποίο δεν μπορεί, με τη σειρά του, να υπάρξει παρά μόνο στο μέτρο που οι πολίτες επιδρούν στα δημόσια πράγματα. Ο δημόσιος χώρος, η αγορά, όπως λειτουργούσε στην αρχαία Αθήνα, στηριζόταν στο ενεργό ενδιαφέρον των πολιτών, ενδιαφέρον αναπόσπαστο από τις αποφάσεις που θα έπαιρναν την επόμενη μέρα. Μόνο μέσω ενός τέτοιου μη αυθαίρετου δημόσιου χώρου οι διαδικασίες διαλόγου, αντιπαράθεσης, ελέγχου και τελικά διαβούλευσης αποκτούν νόημα. Η κεφαλαιώδης προϋπόθεση για όλα αυτά είναι η Άμεση Δημοκρατία.
Η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία είναι η μείζον πολιτική φενάκη της σύγχρονης εποχής, από τη στιγμή που ο δημόσιος χώρος χάνει τη σπουδαιότητά του. Και τη χάνει καθώς οι πολίτες υιοθετούν τελικά παθητική στάση απέναντι στα δημόσια πράγματα αντιλαμβανόμενοι, δικαίως, ότι δε μπορούν να παρέμβουν σε αυτά ουσιαστικά. Τη φενάκη της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας ακολουθεί κατά πόδας αυτή της εκλογικής διαδικασίας. Οι Αθηναίοι κληρώνουν την ηγεσία τους δεν την εκλέγουν. Οι αιρετοί περιορίζονται κατ’ ουσίαν στους στρατηγούς εκεί όπου η πείρα και η ικανότητα έχουν πραγματικά νόημα. Για τις πολιτικές όμως υποθέσεις δεν υπάρχει εξ ορισμού ιδιαίτερη τεχνογνωσία. Τα παραπάνω δε σημαίνουν ότι παραγνωρίζονται οι διαφορές πολιτικής αντίληψης και κρίσης προς όφελος μιας ισοπεδωτικής ισότητας. Η αναγνώριση πολιτικών προσωπικοτήτων της εμβέλειας ενός Μιλτιάδη, ενός Θεμιστοκλή, ενός Αριστείδη, ενός Περικλή, συνιστά ένα από τα αξεπέραστα επιτεύγματα του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Τα παραπάνω συνιστούν κεντρική φιλοσοφικοπολιτική θέση του Κορνήλιου Καστοριάδη όπως την πραγματεύεται στον τόμο που φέρει τον τίτλο «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ. Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο».

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 08, 2008

ΚΥΝΗΓΩΝΤΑΣ ΑΝΕΜΟΜΥΛΟΥΣ...


Στη μιντιακή σκηνή οι άνθρωποι και τα γεγονότα αξιολογούνται με βάση το «θόρυβο» που ξεσηκώνουν. Στο μεγάλο Θέατρο της Ιστορίας οι άνθρωποι και τα γεγονότα αξιολογούνται, όταν ο Χρόνος ξεφτίζει τα υποκειμενικά δεδομένα, με βάση την ικανότητά τους να αντιλαμβάνονται το κοινωνικοιστορικό πλαίσιο στην προοπτική του διάσταση και την επίδραση που ασκούν πάνω σε αυτό.
Η εκκλησία της Ελλάδας, στην κατά «Χριστόδουλο» εκδοχή της, επιχείρησε ένα «άνοιγμα» σε μια πολιτική κοινωνία αμήχανη κάτω από το βάρος της καθυστερημένης ατομοκεντρικής μετεξέλιξης της. Υπό αυτή την έννοια ο προηγούμενος Αρχιεπίσκοπος, καθώς σήμερα έχει ξημερώσει μια καινούργια ημέρα, προσπάθησε να καλύψει το «συμβολικό» κενό που άφησαν οι καταρρέουσες, κάτω από το βάρος της παγκοσμιοποίησης, έννοιες του Έθνους και της Θρησκείας και να συσπειρώσει τις μάζες με όχημα τη διέγερση των αμυντικών αντανακλαστικών τους.
Δε θα επικεντρώσω τα βέλη της κριτικής μου στο «ουτοπικό» της επιχειρούμενης αναδίπλωσης όταν η, από όλους πλέον αποδεκτή, οικονομία της αγοράς και οι προωθούμενες τεχνολογικές και οικονομικές συνθήκες δημιουργούν ανεπίστρεπτες συνθήκες χωρικής αποστασιοποίησης και νέες μορφές συλλογικότητας. Εκτός αν πιστεύει κάποιος ότι μπορούμε, ή θέλουμε, να γυρίσουμε το βέλος του χρόνου πίσω σε πατερναλιστικές συμπεριφορές και λογικές αυτοδιαχείρισης ενάντια στον καταναλωτισμό, στο συνεχώς μετακινούμενο Χρηματιστηριακό κεφάλαιο και τις Τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών. Βέβαια αυτό σε καμμία περίπτωση δε σημαίνει «παθητική» αποδοχή. Όμως από τον κριτικό «αναστοχασμό» μέχρι τη δαιμονοποίηση των δεδομένων του σύγχρονου πολιτισμού η απόσταση είναι σίγουρα μεγάλη.
Εκεί που θέλω να σταθώ είναι ο στρεβλός τρόπος με τον οποίο ερμηνεύτηκε η ορθόδοξη θρησκειολογική παράδοση. Γιατί η ορθοδοξία στην περσοναλιστική της εκδοχή αντιτάσσεται στην «αμυντική» αναδίπλωση όπως εκπροσωπείται από την Ρωμαιοκαθολική ουσιοκρατία και προτείνει την «σωτηριολογική» υπέρβαση. Να το κάνω λίγο πιο λιανά. Ένα σημαντικό κεφάλαιο της Ορθόδοξης Χριστιανικής παράδοσης αφορά στην οντολογική κατηγορία του Προσώπου όπως την συνέλαβαν οι Πατέρες της Ανατολικής εκκλησίας και την επεξεργάστηκαν ο ιερομόναχος Λεόντειος Βυζάντιος και ο Μάξιμος Ομολογητής. Σύμφωνα με αυτήν ο άνθρωπος δεν είναι το ομφαλοσκοπικό και προκαθορισμένο από μια, μη προσβάσιμη, θεία ουσία Άτομο αλλά το ελεύθερο ον που συνυπάρχει στην Αγάπη και στο Λόγο, δηλαδή το Ον που επι-κοινωνεί και συμ-μετέχει στο Συνάνθρωπο, στον Κόσμο και στο Θεό. Αυτή την πληρέστερη έννοια του Προσώπου που νοείται, αντιτιθέμενη στην ατελή Δυτική ατομοκρατία, όχι πια ως κλειστή αναφορικότητα αλλά ως δυνατότητα εκστατικής υπέρβασης ως δημιουργική ανοικτότητα στην ολότητα εγκατέλειψε στη «λήθη» η προηγούμενη ηγετική ομάδα της Ελλαδικής εκκλησίας.
Στο μιντιακό μικρόκοσμο ο Χριστόδουλος παρουσιάστηκε, ανάλογα με την οπτική από την οποία τον κοιτούσε κάποιος, σαν ευλογημένος Πατέρας ή σαν Δαιμονικός εχθρός. Δεν ήταν ούτε το ένα ούτε το άλλο. Όμως δεν μπορώ να μην του καταμαρτυρήσω ότι με τη στάση του συνέβαλε, σε αντίθεση με το καλλιεργούμενο εκσυγχρονιστικό προφίλ του, στην ιδεολογική συντηρητικοποίηση του Εκκλησιαστικού σώματος ενώ προσπάθησε ταυτόχρονα να «μπολιάσει» το «πλήρωμά» του, και ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους, με φοβικά σύνδρομα απέναντι στη Νέα εποχή που ξημέρωνε.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 05, 2008

ΕΠΙΚΑΙΡΟ


«Η δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται γιατί καταχράστηκε το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, γιατί έμαθε στους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία.»
Τα παραπάνω λόγια δε βγήκαν από τα χείλη κάποιου σύγχρονου στοχαστή. Ανήκουν στον Ισοκράτη (436 π.Χ. – 338 π.Χ.), το φημισμένο Αθηναίο Δάσκαλο ρητορικής, σύγχρονο του Πλάτωνα, ο οποίος έζησε τον εκφυλισμό της Αθηναϊκής Πολιτείας σε πολιτικό κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.