Μια μάλλον άχρωμη και υποτονική προεκλογική περίοδος φτάνει στο τέλος της. Τα επικοινωνιακά επιτελεία των κομμάτων, παρόλο τον αγώνα στον οποίο αποδύθηκαν, δεν κατάφεραν ν’ ανακαλύψουν τη «μαγική φράση» που θα ονοματίσει τους μύχιους πόθους και θα κινητοποιήσει την κοινωνία των πολιτών. Έτσι μετά τη βαρύγδουπη και επιβεβλημένη από τις ιστορικές συνθήκες «αλλαγή» του 1981, τον «εκσυγχρονισμό» του 1996 και την «επανίδρυση» του Κράτους το 2004 ακούμε, από τα επιτελεία των δυο κομμάτων εξουσίας, κάτι χλιαρές κουβέντες για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων από την πλευρά της Ν.Δ. και για συγκρότηση αντιδεξιού - φιλολαϊκού ρεύματος από την πλευρά του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Τα υπόλοιπα, μικρότερα κόμματα προσπαθούν να επιτύχουν μια ιδεολογική συσπείρωση των λαϊκών στρωμάτων αποφεύγοντας παράλληλα το σκόπελο της πρόσδεσής τους στο άρμα είτε του ΠΑ.ΣΟ.Κ., κυρίως, είτε της Ν.Δ.
Θα ξεκινήσω από την πολυφορεμένη προσπάθεια ιδεολογικής συσπείρωσης του ευρύτερου κεντροαριστερού χώρου που επιχειρεί το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Στον 21ο αι. τέτοια μικροπολιτικά τερτίπια δεν έχουν την παραμικρή κοινωνική απήχηση καθώς ο αξιακός ορίζοντας των Δυτικών κοινωνιών, στις οποίες συμπεριλαμβανόμαστε, βρίσκεται σταθερά προσανατολισμένος προς την κατεύθυνση της αέναης οικονομικής ανάπτυξης. Tο αναφερόμενο ιδεολόγημα στοιχειοθετείται με βάση την παραδοχή ότι, από ένα σημείο και πέρα, ο ανακατανεμητικός κρατικός παρεμβατισμός λειτουργεί ανασχετικά ως προς την επίτευξη υψηλών ρυθμών αύξησης της παραγωγής και της παραγωγικότητας ενώ ταυτόχρονα υποσκάπτει τη διεθνή ανταγωνιστική θέση της χώρας. Όταν το μέτωπο της ανισότητας αντιμετωπίζεται ως επικουρικό σε σχέση με την «οικουμενική» αξία της οικονομικής ανάπτυξης το κοινωνικοπολιτικό διακύβευμα γίνεται ολοένα και αχνότερο. Κάπως έτσι λοιπόν, για να μην πλατιάσω περισσότερο, μέσα από τον εγκλωβισμό του συλλογικού φαντασιακού στην «ουτοπία» της καταναλωτικής ευδαιμονίας, εξαντλούνται τα οράματα κοινωνικού μετασχηματισμού. Τώρα για να φτάσουμε στο ελληνικό «δια ταύτα», αυτή η επιχειρούμενη αντιδεξιά ρητορική στοχεύει στην απόκρυψη, από την πλευρά του ΠΑ.ΣΟ.Κ., αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης σχετικής με τη διεύρυνση της συμμετοχής της Κοινωνίας των Καταναλωτών στη νομή του Εθνικού προϊόντος.
Από την άλλη πλευρά η Ν.Δ., σωστά κατά τη γνώμη μου, μεταφέρει την αντιπαράθεση στο πεδίο της Οικονομίας όπου βοηθούμενη και από την ευνοϊκή Διεθνή Οικονομική συγκυρία που δημιουργεί χρηματιστηριακές υπεραξίες προς επένδυση έχει να επιδείξει βελτίωση των δεικτών οικονομικής ανάπτυξης και αντίστοιχη μείωση του ποσοστού ανεργίας. Αυτό όμως έχει επιτευχθεί κυρίως μέσα από την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, συνέπεια της μείωσης των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος Φυσικών προσώπων και την αύξηση του δανεισμού των νοικοκυριών. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπενθυμίσω και τη σημαντική συνεισφορά των Δημόσιων επενδύσεων όπως αποτυπώνεται μέσα από την εισροή των κοινοτικών κονδυλίων. Αντίστοιχα, η μείωση της Φορολογίας εισοδήματος Νομικών προσώπων δε φαίνεται να έχει επιφέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα στο χώρο των ιδιωτικών επενδύσεων, καθώς ο κατασκευαστικός κλάδος, μαζί με τις Τράπεζες παραμένουν οι ατμομηχανές της ελληνικής οικονομίας.
Βέβαια, τα παραπάνω αναφερόμενα δε συνιστούν σε καμία περίπτωση μεσομακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης ακόμα και μέσα στα στενά πλαίσια του Οικονομισμού των ημερών μας. Και αυτό γιατί δεν φαίνεται να υπάρχει ένα ξεκάθαρο όραμα για τη «θέση» μιας μικρής αγοράς, όπως η δική μας, στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο και άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον. Ένα όραμα που θα αντιμετωπίζει την ανταγωνιστικότητα με όρους αύξησης της παραγωγικότητας εργασίας και όχι με όρους μείωσης του κόστους της. Για να πραγματοποιηθεί το τελευταίο απαιτείται πολιτική βούληση σε δυο κατευθύνσεις. Η πρώτη αναφέρεται στην «εκπαίδευση» του ντόπιου επιχειρηματικού κεφαλαίου προς την υιοθέτηση τεχνολογικών καινοτομιών και πρακτικών και την απεμπλοκή του από τη νοοτροπία του κρατικοδίαιτου μεσάζοντα. Ταυτόχρονα, και ανεξάρτητα από την κατάληξη της ιστορίας με τα Ιδιωτικά μη Κερδοσκοπικά Ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, απαιτείται μεταρρύθμιση και επαρκής χρηματοδότηση της Δημόσιας εκπαίδευσης έτσι ώστε να επιτευχθεί η αναγκαία διασύνδεσή της με την αγορά εργασίας και τις ανάγκες δεξιοτήτων που αυτή προτάσει.
Ακούσατε κάτι για όλα αυτά τις ημέρες που πέρασαν;
8 σχόλια:
το απόλυτο τίποτε ειπώθηκε. Δυστυχώς...
Mια και είδα ότι περί εκπαίδευσης ο λόγος, πιστεύω ότι μέσα ΚΑΙ από την εκπαίδευση περνάει η τόσο απαραίτηση οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά αναζωογόνηση της ελληνικής υπαίθρου. Πανεπιστήμια και σχολές ακόμη και στα πιο ξεχασμένα χωριά - και στα Κράκορα που λέει ο λόγος -, είναι ο καλύτερος τρόπος να ζωντανέψει η ελληνική ύπαιθρος. Και να γεμίσει νέα παιδιά που θα βλέπουν τη ζωή τους να έχει μέλλον στον τόπο τους. Το έχω δει να λειτουργεί στην Αγγλία όπου έζησα αρκετά χρόνια: και στη μικρότερη κωμόπολη θα βρει κανείς αν όχι το μεγάλο πανεπιστήμιο, το τοπικό κολέγιο όπου μπορούν τα νέα παιδιά αλλά και μεγαλύτεροι να σπουδάσουν και κατόπιν να απασχοληθούν στον τόπο τους.
Σπύρο...δυστυχώς εκλείπουν οι συνολικές και νηφάλιες πολιτικές τοποθετήσεις και το αύριο δεν περιμένει...
Γεράσιμε εδώ θα διαφωνήσω...
Πιστεύω ότι για να υπάρξει σοβαρή τριτοβάθμια εκπαίδευση με επαρκείς υποδομές σε κτιριακό, τεχνολογικό και ανθρώπινο δυναμικό η οποία θα προάγει την έρευνα απαιτείται η δέσμευση σημαντικών χρηματικών κεφαλαίων.
Υπό αυτή την έννοια το "κάθε ραχούλα και Πανεπιστήμιο" που αναφέρεις είναι μάλλον ουτοπικό...
pico εννοείται ότι είναι ουτοπικό. Πάντως στην Αγγλία λειτουργούσε μια χαρά. Αυτό ίσως το κάνει ακόμα πιο ουτοπικό. Αλλά πάντα ήμουν ουτοπιστής...πιστεύω άλλωστε ότι το δίπολο 'ρεαλισμός/ουτοπισμός' είναι το ίδιο ουτοπικό ή καλύτερα μη ρεαλιστικό.
Γεράσιμε...έτσι είναι αν έτσι νομίζετε...
Πάντως θεωρώ λίγο διαφορετικές τις συνθήκες σύστασης και λειτουργίας των βρετανικών πανεπιστημίων από ότι τα αντίστοιχα ελληνικά.
Οτι ακούσαμε, ακούσαμε... Και τώρα προσπαθούμε να τα ξεχάσουμε...:-) Φιλιά και καλημέρες...
Fevis...καλό απόγευμα από το Ξυλόκαστρο
Δημοσίευση σχολίου