Ένας παλαιστής του κάτς με το ψευδώνυμο «Κριάρι» έρχεται αντιμέτωπος, στη δύση της καριέρας του, με τη βιολογική φθορά, την ανέχεια, και τον πόνο που προκαλεί η μοναξιά.
Ο «Παλαιστής» συνιστά ένα μελαγχολικό σχόλιο πάνω στον κόσμο του θεάματος έναν κόσμο «φευγαλέας» λάμψης και ματαιοδοξίας που συνοδεύεται, στις πλείστες των περιπτώσεων, από ηχηρή πτώση. Ο ήρωάς μας σε πρώτο επίπεδο αρνείται να παραδεχτεί την αμετάκλητη ετυμηγορία του χρόνου. Για το λόγο αυτό εξακολουθεί να περιφέρει το κουρασμένο του κορμί ανάμεσα στους νέους και σφριγηλούς του αντιπάλους ένα είδος γκουρού στο χώρο των ρίνγκ που αντλεί το όποιο κύρος του μέσα από την επίκληση των στιγμών δόξας του παρελθόντος. Το παρελθόν είναι το ψυχολογικό αποκούμπι αυτών που αναγνωρίζουν ότι δεν έχουν παρόν, αυτών που δεν προσβλέπουν στο μέλλον. Το «Κριάρι» έχει βιωμένη επίγνωση της κατάστασής του. Γνωρίζει ότι οι μεγάλοι αρτίστες αποσύρονται από τη σκηνή προτού σβήσουν τα φώτα. Όμως, καθώς όλοι οι εναλλακτικοί δρόμοι παρουσιάζονται αδιάβατοι η φυγή προς το ρίνγκ συνιστά τη μοναδική αξιοπρεπή διέξοδο. Μέχρι να σβήσουν τα φώτα...
Τώρα σε δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, η αδυναμία επικοινωνίας με τον προϊστάμενό του στο σουπερμάρκετ, η αποτυχημένη προσπάθεια επανασύνδεσης με την κόρη του, το συναισθηματικό «άδειασμα» από τη χορεύτρια του καμπαρέ, δεν πιστοποιούν τίποτε λιγότερο από την αμηχανία απέναντι στον Άλλον, την ανικανότητα ανάπτυξης ουσιαστικών σχέσεων και την απουσία νοήματος που θα προσδώσουν στο βίο την απαιτούμενη συνοχή και προοπτική. Γιατί αυτό είναι το βαθύτερο μήνυμα που κοινωνεί η συγκεκριμένη ταινία. Ένας κόσμος χρησιμοθηρικός όπου κυριαρχεί ο πόλεμος όλων εναντίον όλων, μια κοινωνία που επενδύει το «είναι» της στο επίπλαστο και φευγαλέο «φαίνεσθαι» δεν μπορεί παρά να είναι μια κοινωνία ασύνδετη, μια κοινωνία χωρίς προοπτική. Η συρρίκνωση της ανθρώπινης ελευθερίας στην υλική της διάσταση, η «αμέριμνη» ανάλωση του βίου σε κατανάλωση εμπειριών και συνανθρώπων αποτελούν μια σύγχρονη όσο και κομψή εκδοχή της ρωμαϊκής αρένας όπου ξεσκίζονται σάρκες και ζωές προς χάρη του θεάματος.
Ο Darren Aronofski πραγματεύεται το θέμα του με χειρουργική λεπτότητα και ουμανιστική προοπτική. Μέσα από την εικονική σύνθεση της φιλμικής πραγματικότητας κατορθώνει να αναδείξει το ψυχολογικό προτραίτο του ήρωά του χωρίς να καταφεύγει σε μακρόσυρτα και κουραστικά για το θεατή μονοπλάνα. Η μόνη μου ένσταση αφορά στην εικονική σύγχυση της οικονομικής ανέχειας με την αποξένωση και τη μοναξιά. Ο Mickey Rourke στο ρόλο της ζωής του «κυριολεκτικά». Εδώ το ανιστορικό και αφελές αίτημα του «happy end», ο στυλοβάτης του αμερικανικού ονείρου, μεταφέρεται από την ταινία στη ζωή μέσα από την επιστροφή και την αποθέωση του έκπτωτου πρωταγωνιστή.
Και μόνο γι’ αυτό, για την αναβάπτιση δηλαδή του συμβόλου στη σημασία, και ανεξάρτητα από καλλιτεχνικά δεδομένα, ο Rourke θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για το βραβείο ΟΣΚΑΡ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου