Είδα την ταινία «Oι σημαίες των προγόνων μας» σε σκηνοθεσία Clint Eastwood με τους Ryan Phillipe, Adam Beach, Jesse Bradford, Jamie Bell, στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Φεβρουάριος 1945 Β΄ παγκόσμιος πόλεμος. Οι σύμμαχοι έχουν αποφασίσει να τερματίσουν τον πόλεμο που μαίνεται στο θέρετρο του Ειρηνικού ωκεανού κάνοντας απόβαση στα Ιαπωνικά νησιά. Μια από τις πιο σημαντικές και αιματηρές μάχες, ήταν εκείνη που αφορούσε στην κατάληψη του νησιού Iwo Jima από τους Αμερικανούς πεζοναύτες. Έξι από αυτούς «συλλαμβάνονται» από τον φωτογραφικό φακό, την ώρα που υψώνουν την αστεροέσσα στην ψηλότερη κορυφή του νησιού. Πίσω στην Αμερική, η φωτογραφία αναδεικνύεται από το σύνολο του τύπου σε σύμβολο μαχητικότητας και αυταπάρνησης. Καθώς το οικονομικό κόστος του πολέμου είναι πλέον δυσβάσταχτο για την αμερικάνικη οικονομία, αποφασίζεται από την στρατιωτική και πολιτική ηγεσία, η μετάκλιση των τριών επιζώντων πεζοναυτών που ύψωσαν τη σημαία πίσω στην πατρίδα. Σκοπός, η ευαισθητοποίηση των Αμερικανών πολιτών και η συνεισφορά τους στην αγορά πολεμικών ομολόγων για την περαιτέρω χρηματοδότηση του πολέμου, μέσα από τη σύσταση ενός περιοδεύοντος θιάσου που θα οργώσει από άκρη σε άκρη την Αμερική.
Ο Clint Eastwood δυο χρόνια μετά το «Million Dollar Baby», επιστρέφει με ένα αντιπολεμικό δράμα σε παραγωγή του Steven Spielberg. «Oι σημαίες των προγόνων μας», βασισμένες στο βιβλίο που έγραψε ο James Bradley γιός του επιζώντα πεζοναύτη John Bradley είναι ένα πικρό σχόλιο πάνω στην «αλήθεια» του πολέμου και την εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου. Σημείο αναφοράς η παντοδύναμη εικόνα. Η πραγματική φωτογραφία του Jo Rosendale μετατρέπει μια συνηθισμένη πράξη στο πεδίο της μάχης την ύψωση της σημαίας, σε αξεπέραστο σύμβολο ηρωισμού. Μέσω αυτής, στήνεται ένας πανίσχυρος μηχανισμός πολιτικής εκμετάλλευσης και οικονομικής αφαίμαξης. Στο επίκεντρό του βρίσκεται το θέαμα. Το θέαμα για να είναι προσοδοφόρο πρέπει να είναι μαζικό. Για να είναι μαζικό πρέπει να είναι εύληπτο. Για να είναι εύληπτο πρέπει να στηρίζεται σε απλοικές έννοιες και διαχωρισμούς διεγείροντας τα συναισθηματικά αντανακλαστικά των αποδεκτών. Από το σημείο αυτό ο εκφυλισμός της ίδιας της αρχικής ιδέας δεν είναι μακριά. Το κιτς εκδηλώνεται σαν φυσική συνέπεια της «χαρούμενης» διάθεσης μεγαλοποίησης. Γι’ αυτό στο επίσημο γεύμα προσφέρεται στους επιζώντες πεζοναύτες γλυκό σε φόρμα, που αποτυπώνει την ύψωση της σημαίας στο Iwo Jima. «Σιρόπι φράουλας, ή σοκολάτας;» ρωτάει ο σερβιτόρος. Οι ψυχικές και οι λοιπές ανάγκες των περιφερόμενων συμβόλων στερούνται οποιουδήποτε ενδιαφέροντος, από τη στιγμή που έχουν ενσωματωθεί στο μηχανισμό παραγωγής χρήματος. Δεν είναι πλέον άνθρωποι, αλλά αναγνωρίσιμα εμπορικά σήματα η αξία των οποίων εξαντλείται με την ολοκλήρωση του εγχειρήματος. Αυτό που μετράει είναι η πιστή αναπαραγωγή της εικόνας τους. Γι’ αυτό ο ινδιάνικης καταγωγής Άιρα Χέις, όταν συλλαμβάνεται τύφλα στο μεθύσι από έναν στρατηγό, στέλνεται πίσω στη γραμμή του πυρός. Γι’ αυτό ο διαβιβαστής της παρέας των επιζώντων βρίσκει όλες τις πόρτες κλειστές, όταν αναζητά δουλειά στο τέλος του πολέμου. Ηθικές αναστολές δεν χωρούν στις μπίζνες και κυρίως στις big business. Οι ηγεμονίες απαιτούν θυσίες για να οικοδομηθούν και....άφθονο χρήμα. Μήπως ακούγονται υπερβολικά σύγχρονα όλα αυτά;
Διέκρινα δύο σεναριακές αδυναμίες. Η πρώτη, αναφέρεται στη στασιμότητα της δραματουργικής επεξεργασίας και εξέλιξης της περιοδείας στην Αμερική από ένα σημείο και ύστερα, με αποτέλεσμα να υποσκάπτεται το ενδιαφέρον και ο ρυθμός. Η δεύτερη, εντοπίζεται στην προσπάθεια ηθικού εξαγνισμού των επιζώντων πεζοναυτών που επιχειρείται στο τέλος της ταινίας.
Η σκηνοθεσία γεφυρώνει επιδέξια την πλήξη των δεξιώσεων με συνεχείς αναδρομές στο πεδίο της μάχης, όπου το Hollywood πάντα έδρεπε δάφνες. Τα ψηφιακά επεξεργασμένα γενικά πλάνα του στόλου που καταπλέει στο Iwo Jima, σε συνδυασμό με τις συνεχείς εναλλαγές μεσαίων και κοντινών πλάνων στα πρόσωπα των μαχόμενων πεζοναυτών και τα εξαιρετικά επεξεργασμένα ηχητικά εφέ δίνουν την αίσθηση πραγματικής μάχης. Μέγιστη και η συμβολή της φωτογραφίας στο συνολικό αισθητικό αποτέλεσμα που ξεκινά την απόβαση χρησιμοποιώντας νατουραλιστικά χρώματα, αποδίδοντας έτσι τη ζωτικότητα του εγχειρήματος και καταλήγει με σχεδόν αποχρωματισμένες σκηνές μάχης, στην προσπάθεια να αποτυπώσει ένα οριστικά χαμένο παγερό παρελθόν που αποπνέει θάνατο. Καλές ερμηνείες από το cast ιδιαίτερα στο πεδίο της μάχης.
Αναμένουμε με ενδιαφέρον την δεύτερη εκδοχή της ταινίας που θα παρουσιάζει τις μάχες στο Iwo Jima από την Ιαπωνική πλευρά.
Φεβρουάριος 1945 Β΄ παγκόσμιος πόλεμος. Οι σύμμαχοι έχουν αποφασίσει να τερματίσουν τον πόλεμο που μαίνεται στο θέρετρο του Ειρηνικού ωκεανού κάνοντας απόβαση στα Ιαπωνικά νησιά. Μια από τις πιο σημαντικές και αιματηρές μάχες, ήταν εκείνη που αφορούσε στην κατάληψη του νησιού Iwo Jima από τους Αμερικανούς πεζοναύτες. Έξι από αυτούς «συλλαμβάνονται» από τον φωτογραφικό φακό, την ώρα που υψώνουν την αστεροέσσα στην ψηλότερη κορυφή του νησιού. Πίσω στην Αμερική, η φωτογραφία αναδεικνύεται από το σύνολο του τύπου σε σύμβολο μαχητικότητας και αυταπάρνησης. Καθώς το οικονομικό κόστος του πολέμου είναι πλέον δυσβάσταχτο για την αμερικάνικη οικονομία, αποφασίζεται από την στρατιωτική και πολιτική ηγεσία, η μετάκλιση των τριών επιζώντων πεζοναυτών που ύψωσαν τη σημαία πίσω στην πατρίδα. Σκοπός, η ευαισθητοποίηση των Αμερικανών πολιτών και η συνεισφορά τους στην αγορά πολεμικών ομολόγων για την περαιτέρω χρηματοδότηση του πολέμου, μέσα από τη σύσταση ενός περιοδεύοντος θιάσου που θα οργώσει από άκρη σε άκρη την Αμερική.
Ο Clint Eastwood δυο χρόνια μετά το «Million Dollar Baby», επιστρέφει με ένα αντιπολεμικό δράμα σε παραγωγή του Steven Spielberg. «Oι σημαίες των προγόνων μας», βασισμένες στο βιβλίο που έγραψε ο James Bradley γιός του επιζώντα πεζοναύτη John Bradley είναι ένα πικρό σχόλιο πάνω στην «αλήθεια» του πολέμου και την εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου. Σημείο αναφοράς η παντοδύναμη εικόνα. Η πραγματική φωτογραφία του Jo Rosendale μετατρέπει μια συνηθισμένη πράξη στο πεδίο της μάχης την ύψωση της σημαίας, σε αξεπέραστο σύμβολο ηρωισμού. Μέσω αυτής, στήνεται ένας πανίσχυρος μηχανισμός πολιτικής εκμετάλλευσης και οικονομικής αφαίμαξης. Στο επίκεντρό του βρίσκεται το θέαμα. Το θέαμα για να είναι προσοδοφόρο πρέπει να είναι μαζικό. Για να είναι μαζικό πρέπει να είναι εύληπτο. Για να είναι εύληπτο πρέπει να στηρίζεται σε απλοικές έννοιες και διαχωρισμούς διεγείροντας τα συναισθηματικά αντανακλαστικά των αποδεκτών. Από το σημείο αυτό ο εκφυλισμός της ίδιας της αρχικής ιδέας δεν είναι μακριά. Το κιτς εκδηλώνεται σαν φυσική συνέπεια της «χαρούμενης» διάθεσης μεγαλοποίησης. Γι’ αυτό στο επίσημο γεύμα προσφέρεται στους επιζώντες πεζοναύτες γλυκό σε φόρμα, που αποτυπώνει την ύψωση της σημαίας στο Iwo Jima. «Σιρόπι φράουλας, ή σοκολάτας;» ρωτάει ο σερβιτόρος. Οι ψυχικές και οι λοιπές ανάγκες των περιφερόμενων συμβόλων στερούνται οποιουδήποτε ενδιαφέροντος, από τη στιγμή που έχουν ενσωματωθεί στο μηχανισμό παραγωγής χρήματος. Δεν είναι πλέον άνθρωποι, αλλά αναγνωρίσιμα εμπορικά σήματα η αξία των οποίων εξαντλείται με την ολοκλήρωση του εγχειρήματος. Αυτό που μετράει είναι η πιστή αναπαραγωγή της εικόνας τους. Γι’ αυτό ο ινδιάνικης καταγωγής Άιρα Χέις, όταν συλλαμβάνεται τύφλα στο μεθύσι από έναν στρατηγό, στέλνεται πίσω στη γραμμή του πυρός. Γι’ αυτό ο διαβιβαστής της παρέας των επιζώντων βρίσκει όλες τις πόρτες κλειστές, όταν αναζητά δουλειά στο τέλος του πολέμου. Ηθικές αναστολές δεν χωρούν στις μπίζνες και κυρίως στις big business. Οι ηγεμονίες απαιτούν θυσίες για να οικοδομηθούν και....άφθονο χρήμα. Μήπως ακούγονται υπερβολικά σύγχρονα όλα αυτά;
Διέκρινα δύο σεναριακές αδυναμίες. Η πρώτη, αναφέρεται στη στασιμότητα της δραματουργικής επεξεργασίας και εξέλιξης της περιοδείας στην Αμερική από ένα σημείο και ύστερα, με αποτέλεσμα να υποσκάπτεται το ενδιαφέρον και ο ρυθμός. Η δεύτερη, εντοπίζεται στην προσπάθεια ηθικού εξαγνισμού των επιζώντων πεζοναυτών που επιχειρείται στο τέλος της ταινίας.
Η σκηνοθεσία γεφυρώνει επιδέξια την πλήξη των δεξιώσεων με συνεχείς αναδρομές στο πεδίο της μάχης, όπου το Hollywood πάντα έδρεπε δάφνες. Τα ψηφιακά επεξεργασμένα γενικά πλάνα του στόλου που καταπλέει στο Iwo Jima, σε συνδυασμό με τις συνεχείς εναλλαγές μεσαίων και κοντινών πλάνων στα πρόσωπα των μαχόμενων πεζοναυτών και τα εξαιρετικά επεξεργασμένα ηχητικά εφέ δίνουν την αίσθηση πραγματικής μάχης. Μέγιστη και η συμβολή της φωτογραφίας στο συνολικό αισθητικό αποτέλεσμα που ξεκινά την απόβαση χρησιμοποιώντας νατουραλιστικά χρώματα, αποδίδοντας έτσι τη ζωτικότητα του εγχειρήματος και καταλήγει με σχεδόν αποχρωματισμένες σκηνές μάχης, στην προσπάθεια να αποτυπώσει ένα οριστικά χαμένο παγερό παρελθόν που αποπνέει θάνατο. Καλές ερμηνείες από το cast ιδιαίτερα στο πεδίο της μάχης.
Αναμένουμε με ενδιαφέρον την δεύτερη εκδοχή της ταινίας που θα παρουσιάζει τις μάχες στο Iwo Jima από την Ιαπωνική πλευρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου