Ο οικονομικός φιλελευθερισμός διέρχεται μια πρωτοφανή κρίση, η έκταση και το βάθος της οποίας δεν έχουν αποτιμηθεί ακόμα με ακρίβεια. Πολλοί μιλούν για τη χειρότερη κρίση μετά το 1929, κρίση που χτυπάει κατευθείαν στην «καρδιά» του συστήματος. Η πολυδιαφημισμένη και πολύπλοκη «εικονική» πραγματικότητα της χρηματιστικής οικονομίας και των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης φαίνεται να καταρρέει συμπαρασύροντας στο διάβα της και την πραγματική οικονομία των αγαθών και υπηρεσιών. Οι αιτίες της πτώσης δεν είναι δύσκολο να διαγνωστούν και εντοπίζονται στις διαιωνιζόμενες προνομιακές σχέσεις, στη λογική του κέρδους για το κέρδος και τελικά στην ανθρώπινη απληστία. Με αυτές τις πρακτικές καταστρατηγούνται οι θεωρητικές προκείμενες του οικονομικού φιλελευθερισμού, η συμμετρική πληροφόρηση όλων των ενδιαφερομένων, την οποία εξασφαλίζει η απρόσκοπτη λειτουργία του μηχανισμού διαμόρφωσης των τιμών και ο ελεύθερος ανταγωνισμός στις αγορές αγαθών, χρήματος και εργασίας.
Ιστορικά το φαινόμενο του καπιταλισμού συνδέθηκε, κατά τη φάση της ανάδειξής του, με θρησκειολογικές και φιλοσοφικές θεωρίες οι οποίες αναλάμβαναν να συναρμόσουν τις επιμέρους επιδιώξεις των ατόμων σε έναν ενιαίο εξελικτικό σκοπό με φόντο την ηθική τελείωση του ανθρώπου. Να θυμίσω τη Βεμπεριανή σύλληψη η οποία συνέδεε την άνοδο του καπιταλισμού στις προτεσταντικές χώρες της Β.Δ. Ευρώπης με την ηθική της σκληρής εργασίας αλλά και της ταπεινότητας του βίου; Ή να θυμίσω ότι ο θεωρούμενος και πατέρας του οικονομικού φιλελευθερισμού Adam Smith διακήρυσσε στο φιλοσοφικό πεδίο την πίστη του στη θεωρία της «Ηθικής αίσθησης» ως κοινής καταγωγικής ταυτότητας και επομένως ιστορικού τέλους του ανθρώπου;
Από τη στιγμή που ο καπιταλισμός «ανδρώθηκε» σαν οικονομικό σύστημα και αποσυνδέθηκε από οποιαδήποτε ηθική θεωρία πέρα από την κενή περιεχομένου «ηθική» της ανάπτυξης δημιουργήθηκαν μερικές βασικές, εδώ για λόγους ευκολίας δυο, «σχολές» καπιταλιστικής συσσώρευσης. Η Βρετανική η οποία άφηνε την αγορά να λειτουργήσει απρόσκοπτα σύμφωνα με τις συνθήκες ανταγωνισμού που δημιουργούσε η ατομική πρωτοβουλία και, εδώ έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, η Γερμανική σχολή κατά την οποία η καπιταλιστική συσσώρευση και ανάπτυξη ήταν προϊόν ενός κεντρικού και στοχοποιημένου σχεδιασμού. Το δεύτερο αυτό μοντέλο αποδείχτηκε μάλιστα τόσο πετυχημένο ώστε οδήγησε τη Γερμανία στην κορυφή της βιομηχανικής παραγωγής κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι.
Οι δυο Παγκόσμιοι πόλεμοι οι οποίοι κατέστρεψαν τις ευρωπαϊκές καπιταλιστικές δομές είχαν σαν αποτέλεσμα την ανάδειξη της Αμερικής σε παγκόσμια υπερδύναμη και θεματοφύλακα των αρχών του οικονομικού φιλελευθερισμού, βρετανικού τύπου. Μετά από μια παρατεταμένη περίοδο σχετικής ευφορίας, να θυμίσω τις οικονομικές κρίσεις του 1973 και του 1987, φτάνουμε στο σήμερα όπου οι ευτυχισμένες μέρες δείχνουν να οδηγούνται στο τέλος τους. Η ανθρώπινη απληστία η οποία θεριεύει μαζί με τον καπιταλισμό των συνεχώς ανανεούμενων και εν πολλοίς «διαφημιστικών» ανθρώπινων αναγκών - καπιταλισμός παροχής Υπηρεσιών ονομάστηκε -δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μείγμα χρηματιστηριακών υπεραξιών το οποίο φαίνεται ότι «έσκασε». Και όμως, τα πρώτα σημάδια του τι επρόκειτο να επακολουθήσει έκαναν την εμφάνισή τους 6 χρόνια πριν (υπόθεση Enron). Τώρα, την ύστατη στιγμή και καθώς η περίφημη μακροοικονομική ισορροπία αρνείται πεισματικά να πραγματωθεί η Αμερικάνικη κυβέρνηση υιοθετεί τον προηγούμενα κατακριτέο κρατικό παρεμβατισμό για τη σωτηρία του συστήματος. Η καταναλωτική πίστη πάνω απ’ όλα...
Στην αρχαιοελληνική τραγωδία την «ύβριν» υπό την έννοια της υπέρβασης των ορίων ακολουθούσε η «κάθαρσις» διασφαλίζοντας την συμπαντική αρμονία και την υποταγή του ανθρώπου σ’ αυτή. Σήμερα που το ιδεολόγημα της αέναης υλικής ανάπτυξης κυριαρχεί και ο Δυτικός άνθρωπος έχει απωλέσει, με τη βοήθεια της επιστήμης και των τεχνολογικών της εφαρμογών, την αίσθηση των ορίων φοβάμαι ότι η απλόχερη κρατική βοήθεια στο «αυτορυθμιζόμενο» σύστημα απλά διαιωνίζει την άγνοια, την αμνημοσύνη, και κυρίως την ευζωϊα των λίγων σε βάρος των πολλών.